- υποσυνείδητο
- τοοι νοητικές και συναισθηματικές διεργασίες που δεν είναι συνειδητές ή για τις οποίες έχουμε αμυδρή εικόνα στη συνείδησή μας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υποσυνείδητο — Το σύνολο των ψυχικών στοιχείων που υπάρχουν στα άκρα της συνείδησης, δηλαδή στην περιφέρειά της, και είναι αμυδρότατα και μόλις αντιληπτά. Σύμφωνα με ορισμένους σύγχρονους ψυχολόγους και ψυχαναλυτές αποτελεί εκτεταμένο πεδίο της καθαυτό… … Dictionary of Greek
διαίσθηση — Τρόπος άμεσης πρόσκτησης γνώσεων, χωρίς επίγνωση της σχετικής διαδικασίας. Στην ιστορία της σκέψης, η δ. ήταν αρχικά intuitio intellectualis, δηλαδή μία μορφή που στηρίζεται στον συνδυασμό των αισθήσεων και της νόησης και αφορά την άμεση σύλληψη… … Dictionary of Greek
διαφήμιση — Κάθε ενέργεια η οποία αποβλέπει στη διάδοση πληροφοριών για εμπορικούς σκοπούς. H δ. είναι μια μορφή της γενικότερης δραστηριότητας που αναλαμβάνει τη διάδοση πληροφοριών, οι οποίες απευθύνονται σε μια ομάδα ανθρώπων με σκοπό να επηρεάσουν τη… … Dictionary of Greek
υποσυνείδητος — η, ο, Ν (ψυχολ.) 1. ο ελαφρά συνειδητός, αυτός για τον οποίο το άτομο δεν έχει πλήρη συνείδηση, εκείνος που γίνεται αισθητός κατά αμυδρό τρόπο 2. αυτός που προέρχεται από το υποσυνείδητο 3. αυτός που δεν συλλαμβάνεται από τη συνείδηση, επειδή ο… … Dictionary of Greek
ψυχανάλυση — Σύστημα μεθόδων για τη διερεύνηση της ψυχικής ζωής, που μελετούν την ασυνείδητη σημασία λόγων, πράξεων, προϊόντων της φαντασίας (ονείρων, παραληρημάτων) ενός υποκειμένου. Με τον όρο ψ. χαρακτηρίζεται επίσης η ψυχοθεραπευτική μέθοδος, που… … Dictionary of Greek
Γιουνγκ, Καρλ Γκούσταφ — (Karl Gustav Jung, Κέσβιλ, Τούργκαου 1875 – Κούσναχτ, Ζυρίχη 1961). Ελβετός ψυχολόγος και ψυχίατρος. Θεωρείται ο σημαντικότερος από τους ψυχαναλυτές που απομακρύνθηκαν από τον Φρόιντ. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τον τεράστιο όγκο (περισσότεροι … Dictionary of Greek
υπ(ο)- — και υφ / ὑπ(ο) και ὑφ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση υπό* και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: 1) κάτω από κάτι, με καθαρά τοπική σημασία (πρβλ. ύπαιθρος, υποβρύχιος, υπογράφω,… … Dictionary of Greek
υποσυνείδητος — η, ο επίρρ. α 1. ο αμυδρά συνειδητός, εκείνος για τον οποίο δεν έχουμε σαφή συνείδηση. 2. αυτός που ανήκει στο υποσυνείδητο ή που προέρχεται από αυτό: Υποσυνείδητη αντίδραση. 3. το ουδ. ως ουσ., υποσυνείδητο (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
απώθηση — η (AM ἀπώθησις) 1. ώθηση προς τα πίσω 2. απομάκρυνση, απόκρουση 3. η διεργασία της εκτόπισης στο υποσυνείδητο ιδεών, αισθημάτων ή παρορμήσεων, απαράδεκτων από τη συνείδηση … Dictionary of Greek
δεισιδαιμονία — Ο φόβος προς τους δαίμονες (θεούς), η θεοσέβεια· ο φόβος για τις υπερφυσικές δυνάμεις· ο φόβος για τα πονηρά δαιμόνια. Η ύπαρξη δ. είναι συνυφασμένη κυρίως με τις πρώτες φάσεις της ιστορικής διαδρομής του ανθρώπου. Ανάγεται στη συναίσθηση της… … Dictionary of Greek